υπεριώδεις ακτινοβολίες

υπεριώδεις ακτινοβολίες
Το σύνολο των ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών με συχνότητα μεγαλύτερη της φωτεινής ιώδους ακτινοβολίας και μικρότερη της ακτινοβολίας των ακτίνων Χ· ως προς το μήκος κύματος, οι υπεριώδεις ακτινοβολίες περιλαμβάνουν τις ακτινοβολίες από μήκος κύματος περίπου 4000 Α έως 1000 A. H κύρια πηγή υπεριωδών ακτίνων είναι η ηλιακή ακτινοβολία· κοινό τεχνητό μέσο εκπομπής τους είναι οι λαμπτήρες χαλαζία με ατμούς υδράργυρου. Οι υπεριώδεις ακτινοβολίες δεν είναι ορατές αλλά προκαλούν φθορισμό όταν προσπίπτουν σε σώματα καλυμμένα με ορισμένες ουσίες, π.χ. πλατινοκυανούχο βάριο, που προσβάλλουν τις φωτογραφικές πλάκες. Επομένως, εάν συγκεντρωθεί το ηλιακό φάσμα σε μια φθορίζουσα οθόνη ή σε μια φωτογραφική πλάκα, είναι δυνατό να παρατηρηθεί μια περιοχή του φάσματος πέρα από την ορατή. Οι υπεριώδεις ακτίνες έχουν πολλές εφαρμογές· η ικανότητα ιονισμού τις κάνει βακτηριδιοκτόνες και η ενέργειά τους στις χημικές ενώσεις οδήγησε στη θεραπευτική χρήση τους (π.χ. για την πρόληψη και τη θεραπεία της ραχίτιδας). Οι υπεριώδεις ακτινοβολίες μήκους κύματος γύρω στα 3659 Α, γνωστές με την ονομασία «φως του Γουντ», χρησιμοποιούνται για την εξακρίβωση νοθεύσεων ή άλλων παραποιήσεων σε έργα τέχνης, έγγραφα, γραμματόσημα κλπ.· για το σκοπό αυτό αξιοποιείται το γεγονός ότι διαφορετικές ουσίες, αν και φαινομενικά ίδιες, προκαλούν διαφορετικό φθορισμό. Από το γεγονός ότι η διαχωριστική ικανότητα ενός μικροσκοπίου αυξάνεται με τη μείωση του μήκους κύματος των χρησιμοποιούμενων ακτινοβολιών, οι υπεριώδεις ακτινοβολίες εφαρμόζονται στο μικροσκόπιο και δίνουν φωτογραφικές λεπτομέρειες που δεν διακρίνονται με φωτισμό ορατού φωτός. Επειδή το γυαλί παρουσιάζει ισχυρή απορροφητικότητα των υπεριωδών ακτινοβολιών τα οπτικά τμήματα των μικροσκοπίων, που είναι κατάλληλα για ακτίνες, κατασκευάζονται από χαλαζία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… …   Dictionary of Greek

  • λεύκανση — Επεξεργασία η οποία εκτελείται στην υφαντουργία, στη βιομηχανία χαρτιού και στα φινιριστήρια με σκοπό να εξαλειφθούν τα φυσικά χρώματα των ινών και οι ξένες ουσίες που περιέχουν, ώστε να βελτιωθεί ο βαθμός λευκότητας των προϊόντων. Η λ. είναι… …   Dictionary of Greek

  • ιονισμός (του ατόμου) — Φαινόμενο κατά το οποίο ένα άτομο, αρχικά ουδέτερο, μετατρέπεται σε ένα ιόν, που έχει ένα ή περισσότερα ηλεκτρικά φορτία, καθώς ένας αριθμός ηλεκτρονίων, που περιφέρονταν αρχικά γύρω από τον πυρήνα του, έχει διαφύγει της έλξης και κινούνται,… …   Dictionary of Greek

  • ατμόσφαιρα — Αεριώδης μάζα που περιβάλλει τη Γη και επιτρέπει τη ζωή του ανθρώπου και όλων των άλλων οργανισμών του ζωικού και του φυτικού βασιλείου. Τα φαινόμενα που συμβαίνουν μέσα στην α., εκτός του ότι συμβάλλουν στη γεωλογική εξέλιξη του πλανήτη,… …   Dictionary of Greek

  • λάμπα — Συσκευή κατάλληλη να παράγει τεχνητό φως με τη χρήση εύφλεκτων ουσιών, στερεών, υγρών ή αερίων, ή με τη μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε φωτεινή ενέργεια. Ονομάζεται και λυχνία ή λαμπτήρας. Λ. ονομάζονται επίσης οι συσκευές που εκπέμπουν… …   Dictionary of Greek

  • φίλτρο — (I) το / φίλτρον, ΝΜΑ μαγικό μέσο ή φάρμακο που χρησιμεύει για να εμπνέει, να διατηρεί, να διεγείρει ή να επαναφέρει τον έρωτα (α. «ερωτικό φίλτρο» β. «ἔστιν... φίλτρα μοι θελκτήρια ἔρωτος», Ευρ.) 2. ανατ. η υπορρινική αύλακα νεοελλ. φρ. «μητρικό …   Dictionary of Greek

  • Βιν, Βίλχελμ — (Wilhelm Wien, Γκάφκεν, Πρωσία 1864 – Μόναχο 1928).Γερμανός φυσικός. Σπούδασε στα πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν, της Χαϊδελβέργης και του Βερολίνου και δίδαξε διαδοχικά σε διάφορα γερμανικά πανεπιστήμια. Οι έρευνές του κατέληξαν στη διατύπωση του… …   Dictionary of Greek

  • Βίνταους, Άντολφ — (Adolf Windaus, Βερολίνο 1876 – Γκέτινγκεν1959).Γερμανός χημικός. Σπούδασε στο Βερολίνο, διορίστηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν (1915) και αργότερα διευθυντής του, όπου παρέμεινε έως το 1944. Το όνομά του είναι συνδεδεμένο με τη… …   Dictionary of Greek

  • ένζυμα — Ουσίες πρωτεϊνικής φύσης, που παράγονται από ζωντανά κύτταρα, δρουν με εξαιρετική ειδίκευση ως βιολογικοί καταλύτες και ρυθμίζουν την ταχύτητα των αντιδράσεων που χαρακτηρίζουν τον πολυσύνθετο κόσμο της βιοχημείας. Οι σύγχρονες πειραματικές… …   Dictionary of Greek

  • Μίλικαν, Ρόμπερτ Άντριους — (Robert Andrews Millikan, Μόρισον, Ιλινόις 1868 – Πασαντίνα, Καλιφόρνια 1953). Αμερικανός φυσικός. Για πολλά χρόνια υπήρξε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Σικάγο και το 1921 ανακηρύχθηκε διευθυντής του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Καλιφόρνιας στην …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”